Greek Meaning of chocking
πνιγμός
Other Greek words related to πνιγμός
Nearest Words of chocking
- chocolate => σοκολάτα
- chocolate bar => σοκολατα
- chocolate cake => Σοκολατόπιτα
- chocolate candy => σοκολάτα
- chocolate chip cookie => Μπισκότο σοκολάτας
- chocolate eclair => Σοκολατένιο εκλέρ
- chocolate egg => Σοκολατένιο αυγό
- chocolate fondue => Σοκολατένιο φοντί
- chocolate fudge => Φαντζ σοκολάτας
- chocolate ice cream => Παγωτό σοκολάτα
Definitions and Meaning of chocking in English
chocking (p. pr. & vb. n.)
of Chock
FAQs About the word chocking
πνιγμός
of Chock
συναρπαστικός,φρενάρισμα,κόβοντας,αποσυναρμολόγηση,ανακοπή,εμπλοκή,στάση,κολλώδης,σχέδιο,σβήσιμο
ενεργοποίηση,ενεργοποιημένος,φόρτιση,οδήγηση,απόλυση,δημιουργώντας,μετακινούμενο,προωθητική,ωθώντας,τρέξιμο
chockful => γεμάτο, chocked => Πνιγμένος, chock-a-block => Σφύζει από κόσμο, chockablock => γεμάτο ασφυκτικά, chock up => σφηνώνω,