Greek Meaning of stringently

αυστηρά

Other Greek words related to αυστηρά

Definitions and Meaning of stringently in English

Wordnet

stringently (r)

in a stringent manner

FAQs About the word stringently

αυστηρά

in a stringent manner

αυστηρός,αυστηρός,αμετάπειστος,συνειδητός,απαιτητικός,Σκληρή γραμμή,άκαμπτος,σχολαστικός,άκαμπτος,σταθερός

συμβατός,ευέλικτος,χαλαρός,χαλαρός,χαλαρός,Χαλαρός,συγκαταβατικός,ανένδοτος,εύκολος,εύκολος

stringent => αυστηρός, stringency => αυστηρότητα, stringed instrument => έγχορδο όργανο, string up => Κρεμάω, string tie => παπιγιόν ,