Greek Meaning of standoffishness
αποστασιοποίηση
Other Greek words related to αποστασιοποίηση
- απόμακρος
- κρύος
- κουλ
- αποσπασμένος
- μακρινό
- κρατημένος
- αποσυρμένος
- αντικοινωνικός
- Ακοινωνικός
- κουμπωμένο
- κλινικός
- Ψυχρός στα μάτια
- ξηρός
- παγωμένος
- σκληρός
- Εσωστρεφής
- απόμακρος
- επαγγελματίας
- ερημίτης
- απομακρυσμένος
- ντροπαλός
- σιωπηλός
- αδιέξοδο
- ντροπαλός
- άκαμπτος
- ακοινώνητος
- αδιάφορος
- κλίκας
- διστακτικός
- αδιάφορος
- αποστασιοποιημένος
- απρόσωπος
- Αδιάφορος
- αδιάφορος
- εγκάρδιος
- Μισάνθρωπος
- υπολειπόμενος
- συγκρατημένος
- σιωπηλός
- άκοινωνήτος
- Ανεπηρέαστος
- αδιάφορος
- αντικοινωνικός
- Κλίκα
- Ασύλλογος
Nearest Words of standoffishness
- standoffishly => απόμακρα
- standoffish => απόμακρος-η-ο
- standoff => αδιέξοδο
- standish => Στάντις
- standing stone => Όρθια πέτρα
- standing room => Όρθιοι θέσεις
- standing rib roast => πλευρές που ψήνονται όρθιες
- standing press => Πάτημα ώμων
- standing ovation => Όρθια επευφημία
- standing order => Μόνιμη εντολή
- standpat => μένω σταθερός
- standpipe => πυροσβεστική βρύση
- standpoint => σκοπιά
- standstill => στασιμότητα
- stand-up => Stand-up comedy
- standup comedian => Κωμικός σταντ-απ
- stanford => Στάνφορντ
- stanford university => Πανεπιστήμιο Στάνφορντ
- stanford white => Στάνφορντ Γουάιτ
- stanford-binet test => Δοκιμή Στάνφορντ-Μπινέ
Definitions and Meaning of standoffishness in English
standoffishness (n)
a disposition to be distant and unsympathetic in manner
FAQs About the word standoffishness
αποστασιοποίηση
a disposition to be distant and unsympathetic in manner
απόμακρος,κρύος,κουλ,αποσπασμένος,μακρινό,κρατημένος,αποσυρμένος,αντικοινωνικός,Ακοινωνικός,κουμπωμένο
Φιλικός,φιλικός,εξωστρεφής,φιλικός,κοινωνικός,εξωστρεφής,κοινωνικός,κουβεντολόγος,ζεστός,Φιλικός
standoffishly => απόμακρα, standoffish => απόμακρος-η-ο, standoff => αδιέξοδο, standish => Στάντις, standing stone => Όρθια πέτρα,