Greek Meaning of la-de-da

λα-ντε-ντα

Other Greek words related to λα-ντε-ντα

Definitions and Meaning of la-de-da in English

la-de-da

affectedly or pretentiously elegant or refined in manners or tastes

FAQs About the word la-de-da

λα-ντε-ντα

affectedly or pretentiously elegant or refined in manners or tastes

αλαζόνας,μεγαλοπρεπής,υψηλοπετών,φανταχτερός,γενναιόδωρος,επιδεικτικός,πομπώδης,επιτηδευμένος,εγωιστής,σαρκαστικός

οικιακός,ταπεινός,σεμνός,μετριόφρων,ανεπιτήδευτος,ντροπαλός,κόσμιος,προσγειωμένος,ταπεινός,Τον ποντικό

laddies => αγόρια, ladders => Σκάλες, lacks => στερείται, lacings => κορδόνια, lacing (into) => δέσιμο παπουτσιών (μέσα),