Greek Meaning of filibustering

Φιλιμπούστερ

Other Greek words related to Φιλιμπούστερ

Definitions and Meaning of filibustering in English

Webster

filibustering (p. pr. & vb. n.)

of Filibuster

FAQs About the word filibustering

Φιλιμπούστερ

of Filibuster

στάση,επιβραδυνόμενο,αναβολή,πλανόδιος,ερπετό,εσκεμμένος,καθυστερημένος,ληθαργικός,επίμονος,Στέκομαι ακίνητος

κεραυνοβολία,Κομμένος η ανάσα,ζωηρός,ζαλισμένος,γρήγορος,γρήγορος,στόλος,ιπτάμενος,Επιπόλαιος,αστραπή

filibusterer => Φιλιβουστεράκος, filibuster => Φιλιμπούστερ, filibeg => φούστα, filiation => φιλιότητα, filiate => θυγατρική,