Greek Meaning of cornucopian
κέρας της Αμάλθειας
Other Greek words related to κέρας της Αμάλθειας
- άφθονος
- άφθονος
- γενναιόδωρος
- άφθονο
- πολύ
- επαρκής
- άφθονα
- άφθονος
- άνετος
- αρκετά
- φιλελεύθερος
- άφθονος
- ικανός
- όλα τα είδη
- άφθονος
- ανθισμένος
- άφθονος
- επιπλέον
- γόνιμος
- γόνιμος
- καρποφόρος
- αφθονη
- αφθονία
- σπάταλος
- πολυτελής
- υπερχειλίζων
- παχουλός
- σπάταλος
- άφθονος
- Πολύκαρπος
- πλήρης
- πλούσιος
- διαδεδομένος
- υπαριθμητικός
- πλεόνασμα
- σφύζων
- πλούσιος
- άφθονα
- πάρα πολλά
Nearest Words of cornucopian
Definitions and Meaning of cornucopian in English
cornucopian
a receptacle shaped like a horn or cone, a container shaped like a horn or a cone, a horn-shaped container overflowing with fruits and flowers used as a symbol of plenty, an inexhaustible store, a curved, hollow goat's horn or similarly shaped receptacle (such as a horn-shaped basket) that is overflowing especially with fruit and vegetables (such as gourds, ears of corn, apples, and grapes) and that is used as a decorative motif emblematic of abundance
FAQs About the word cornucopian
κέρας της Αμάλθειας
a receptacle shaped like a horn or cone, a container shaped like a horn or a cone, a horn-shaped container overflowing with fruits and flowers used as a symbol
άφθονος,άφθονος,γενναιόδωρος,άφθονο,πολύ,επαρκής,άφθονα,άφθονος,άνετος,αρκετά
Γυμνός,ανεπαρκής,ανεπαρκής,Ανεπαρκής,έλλειψη,πενιχρός,ελάχιστος,αραιός,εφεδρικό,θέλοντας
cornrow => Κορνρόου, corniness => κουτοπονηριά, corniches => προεξοχές, corniche => κορνίζα, cornettist => Κορνετίστας,