FAQs About the word cornball

Αγελαδοτσοπάνος

corny entry 1 sense 1, an unsophisticated person, something corny

Ταϊσμένο με καλαμπόκι,τετριμμένος,τετριμένος,ρουστίκ,αγροτικός,Κορνπόνε,αγροτικός,οικείος,λαϊκός,χωριάτικος

κοσμοπολίτης,έξυπνος,εκλεπτυσμένος,μέσα στα πράγματα,κοσμικός,γοφός,Έμπειρος,μοντέρνος

cormorants => Μπακαλιάροι, corkscrewing => σπειροειδής, corkscrewed => στριμωγμένη, corkers => φελλοί, coresident => Συγκάτοικος,