FAQs About the word countryfied

χωριάτικος

characteristic of rural life

οικείος,λαϊκός,ρουστίκ,αγροτικός,Ταϊσμένο με καλαμπόκι,Αγελαδοτσοπάνος,τετριμένος,Κορνπόνε,τετριμμένος,αμόρφωτος

κοσμοπολίτης,έξυπνος,εκλεπτυσμένος,μέσα στα πράγματα,κοσμικός,γοφός,Έμπειρος,μοντέρνος

country-dance => Κάντρι, country-bred => αγροτικός, country store => Χωριάτικο κατάστημα, country people => Χωριάτες, country of origin => Χώρα προέλευσης,