Greek Meaning of comping

αποζημίωση

Other Greek words related to αποζημίωση

Definitions and Meaning of comping in English

comping

to punctuate and support a jazz solo with irregularly spaced chords, something provided free of charge, to provide (something) free of charge, to provide (someone) with something free, a complimentary ticket

FAQs About the word comping

αποζημίωση

to punctuate and support a jazz solo with irregularly spaced chords, something provided free of charge, to provide (something) free of charge, to provide (someo

έχοντας τα μέσα,απονέμοντας,Επίπλωση,απόδοση,παρέχοντας,διαχείριση,βοήθεια,βοήθεια,ευεργετικός,συμβάλλοντα

κατοχή,φύλαξη,διατήρηση,αποταμίευση,παρακράτηση,διατηρητέο,προελαύνοντας,δανεισμός,βάζω στην τσέπη‎,πώληση

compiled => συνταγμένος, compilations => συνθέσεις, competitors => Ανταγωνιστές, competitions => διαγωνισμοί, competing => ανταγωνιστικός,