Greek Meaning of enduing

διαρκής

Other Greek words related to διαρκής

Definitions and Meaning of enduing in English

Webster

enduing (p. pr. & vb. n.)

of Endue

FAQs About the word enduing

διαρκής

of Endue

φόρτιση,εμποτισμός,γέμιση,εμφορούντας,έγχυση,εμβολιασμός,επενδύσεις,απορροφούμαι,κινούμενος,αναζωογονητικός

στερητικός,απόσυρση,εκκαθάριση,αποεπένδυση,εξαλείφοντας,κένωση,Απομάκρυνση,υπερανάληψη (τραπεζών)

enduement => δωρεά, endued => προικισμένο, endue => ενδύω, end-to-end => Από την αρχή ως το τέλος, end-stopped => διακοπη,