Greek Meaning of eliminating

εξαλείφοντας

Other Greek words related to εξαλείφοντας

Definitions and Meaning of eliminating in English

Webster

eliminating (p. pr. & vb. n.)

of Eliminate

FAQs About the word eliminating

εξαλείφοντας

of Eliminate

απαγόρευση,除非,εξαιρουμένων,προληπτικός,απαγορευτικό,εξορία,μέτρηση (έξω),αποκλείοντας,εκτός από,Απέλαση

παραδεχόμενοι,συμπεριλαμβανομένων,λήψη,Αποδεκτός,Αγκαλιάζει,Διασκεδαστικό,παραλαμβάνω,φιλόξενος

eliminated => αποκλείστηκε, eliminate => εξαλείφω, eliminant => εξαλείφον, elimate => εξαλείφω, elijah muhammad => Ελάιτζα Μουχάμαντ,