Greek Meaning of excommunicating

Αφορισμός

Other Greek words related to Αφορισμός

Definitions and Meaning of excommunicating in English

Webster

excommunicating (p. pr. & vb. n.)

of Excommunicate

FAQs About the word excommunicating

Αφορισμός

of Excommunicate

εξορία,απορρίπτω,εκτίναξη,εξαιρουμένων,εξορία,Απέλαση,οστρακισμός,απέλαση,εξαλείφοντας,έξωση

Αποδεκτός,παραδεχόμενοι,λήψη,επαναπατρισμός,πολιτογράφηση,παραλαμβάνω

excommunicated => αφορισμένος, excommunicate => αφορίζω, excommunicant => αφορισμένος, excommunicable => αφοριστέος, excommune => αφορίζω,