Greek Meaning of taking (away)

υπερανάληψη (τραπεζών)

Other Greek words related to υπερανάληψη (τραπεζών)

Definitions and Meaning of taking (away) in English

taking (away)

No definition found for this word.

FAQs About the word taking (away)

υπερανάληψη (τραπεζών)

εξαλείφοντας,Απομάκρυνση,κένωση,απόσυρση,εκκαθάριση,στερητικός,αποεπένδυση

κινούμενος,φόρτιση,εμφορούντας,επαγωγική,έγχυση,εμβολιασμός,επενδύσεις,τονωτικός,έγχυση,απορροφούμαι

takes to the cleaners => παίρνει στο καθαριστήριο, takes out => παίρνει, takes off (from) => απογειώνεται (από), takes off => απογειώνεται, takes in => παίρνει μέσα,