Greek Meaning of taking care of
φροντίδα
Other Greek words related to φροντίδα
Nearest Words of taking care of
- taking by surprise => τον πιάνω απροετοίμαστο
- taking back => Επαναλαμβάνω
- taking aback => Έκπληξη
- taking a walk => περπάτημα
- taking a powder => το βάζω στα πόδια
- taking a hike => Πηγαίνω μια βόλτα
- taking (out) => λήψη (έξω)
- taking (away) => υπερανάληψη (τραπεζών)
- takes to the cleaners => παίρνει στο καθαριστήριο
- takes out => παίρνει
- taking down => Κατεβάζω
- taking effect => Tίθεται σε ισχύ
- taking exception => λήψη εξαίρεσης
- taking for => λαμβάνοντας για
- taking for a ride => Παίρνω βόλτα
- taking for granted => θεωρώ δεδομένο
- taking hold (of) => αρπάζω (κάποιον ή κάτι)
- taking in => παραλαμβάνω
- taking issue => να υιοθετήσει θέση
- taking off => απογείωση
Definitions and Meaning of taking care of in English
taking care of
to attend to or provide for the needs, operation, or treatment of (someone or something), to deal with or do (something that requires effort or attention)
FAQs About the word taking care of
φροντίδα
to attend to or provide for the needs, operation, or treatment of (someone or something), to deal with or do (something that requires effort or attention)
χορηγώντας (σε),φροντίδα (για),για,επούλωση,φροντίζω,προσπαθώντας να,που αναζητά,λειτουργούν,Νοσηλευτική,επίβλεψη
σκούπισμα (παράμερα ή μακριά),λήθη,αγνοώντας,παραμελώ,θέα,υποτιμητικό
taking by surprise => τον πιάνω απροετοίμαστο, taking back => Επαναλαμβάνω, taking aback => Έκπληξη, taking a walk => περπάτημα, taking a powder => το βάζω στα πόδια,