Greek Meaning of taking for

λαμβάνοντας για

Other Greek words related to λαμβάνοντας για

Definitions and Meaning of taking for in English

taking for

to suppose (someone) to be (a particular kind of person)

FAQs About the word taking for

λαμβάνοντας για

to suppose (someone) to be (a particular kind of person)

κλήση,δεδομένου ότι,κοιτάζοντας,σχετικά,προβολή,λογιστική,πιστεύων,μέτρηση,συναίσθημα,κατοχή

No antonyms found.

taking exception => λήψη εξαίρεσης, taking effect => Tίθεται σε ισχύ, taking down => Κατεβάζω, taking care of => φροντίδα, taking by surprise => τον πιάνω απροετοίμαστο,