Greek Meaning of amain
πολύ
Other Greek words related to πολύ
- συνεχώς
- αποφασιστικά
- επιμελώς
- σκληρός
- έντονα
- έντονα
- προσεκτικά
- πολύ
- αποφασιστικά
- ενεργά
- επίπονα
- επιμελώς
- γρήγορα
- αδιάκοπα
- επίμονα
- δυναμικά
- ενεργητικά
- μόλις
- επιμελώς
- επίπονα
- ηθελημένα
- επιμελώς
- δουλοπρεπώς
- πνευματικά
- σταθερά
- σταθερά
- σθεναρά
- διεξοδικά
- σφοδρά
- δυναμικά
- εκδηλωτικά
- με ζήλο
- προσεκτικά
- συνειδητά
- ειλικρινά
- εξαντλητικά
- πυρετωδώς
- ακούραστα
- σχολαστικά
- πεισματικά
- επιμελώς
- αργά
- σοβαρά
- πεισματικά
- Ακούραστα
- αμείλικτα
- εκ προθέσεως
- ζηλωτά
- αμείωτα
- ακούραστα
- αδιάκοπα
- ακούραστα
Nearest Words of amain
Definitions and Meaning of amain in English
amain (r)
at full speed; with great haste
with all your strength
amain (n.)
With might; with full force; vigorously; violently; exceedingly.
At full speed; in great haste; also, at once.
amain (v. t.)
To lower, as a sail, a yard, etc.
amain (v. i.)
To lower the topsail, in token of surrender; to yield.
FAQs About the word amain
πολύ
at full speed; with great haste, with all your strengthWith might; with full force; vigorously; violently; exceedingly., At full speed; in great haste; also, at
συνεχώς,αποφασιστικά,επιμελώς,σκληρός,έντονα,έντονα,προσεκτικά,πολύ,αποφασιστικά,ενεργά
τυχαία,άσχετα,αμέριμνα,νωχελικά,τεμπέλα,αδιάφορα,αργά,κουρασμένα,Χλιαρά,αδιάφορα
amah => Υπηρέτρια, amaethon => όχι, amadou => αμανίτης, amadavat => Αμαδινάδα, amacratic => αμακρατικός,