Greek Meaning of willfully
εκ προθέσεως
Other Greek words related to εκ προθέσεως
Nearest Words of willfully
- willfulness => αυθαιρεσία
- william a. craigie => Γουίλιαμ Α. Κρέιγκι
- william and mary => Γουλιέλμος και Μαρία
- william ashley sunday => Γουίλιαμ Άσλεϊ Σάντεϊ
- william augustus => Γουίλιαμ Αύγουστος
- william averell harriman => Γουίλιαμ Άβερελ Χάριμαν
- william beaumont => Ουίλιαμ Μπομόντ
- william benjamin hogan => William Benjamin Hogan
- william blake => Γουίλιαμ Μπλέικ
- william bligh => Ουίλιαμ Μπλάι
Definitions and Meaning of willfully in English
willfully (r)
in a willful manner
FAQs About the word willfully
εκ προθέσεως
in a willful manner
εκούσια,σκόπιμα,συνειδητά,σκόπιμα,εκούσια,επίτηδες,ηθελημένα,σκόπιμα,σκόπιμα,εθελοντικά
τυχαία,κατά λάθος,παρεμπιπτόντως,τυχαία,ασυνείδητα,ακούσια,αθέλητα,ακούσια,ακούσια,τυχαία
willful neglect => Εσκεμμένη αμέλεια, willful => εκούσιος, willet => Ουίλετ, willer => διαθέτης, willemite => Βιλλεμίτης,