Greek Meaning of willed

διαθήκη

Other Greek words related to διαθήκη

Definitions and Meaning of willed in English

Webster

willed (imp. & p. p.)

of Will

FAQs About the word willed

διαθήκη

of Will

συνειδητός,εσκεμμένος,σκοπούμενος,εκούσιος,εθελοντικός,εκούσιος,γνώση,προγραμματισμένη,σκόπιμος,σκόπιμος

τυχαίο,ασκόπως,ευκαιρία,εξαναγκαστικός,τυχαίος,ακούσιος,τυχαίο,απαραίτητος,τυχαίος,ξαφνικά

willebrand => φον Βίλεμπραντ, willard van orman quine => Willard Van Orman Quine, willard huntington wright => Ουίλαρντ Χάντινγκτον Ράιτ, willard frank libby => Γουίλαρντ Φρανκ Λίμπι, willard => Willard,