FAQs About the word assiduously

επιμελώς

with care and persistence

ενεργά,επιμελώς,αδιάκοπα,επίπονα,δυναμικά,ενεργητικά,επιμελώς,Ακούραστα

αργά,ανενεργά,Υπνηλά,άψυχα

assiduous => εργατικός, assiduity => (επιμέλεια), assiduities => με επιμέλεια, assiduate => επιμελής, assident => ατύχημα,