Greek Meaning of assiduous
εργατικός
Other Greek words related to εργατικός
- απασχολημένος
- επιμελής
- εργαζόμενος
- αρραβωνιασμένος
- ενεργός
- εργατικός
- επίπονος
- κατειλημμένος
- προβληματισμένος
- επιμελής
- λειτουργική
- απορροφάται
- κινούμενη
- ενθουσιασμένος
- πολυσύχναστος
- βόμβος
- Ενεργητικός
- απορροφημένος
- ακμάζων
- εστιασμένος
- εστιασμένος
- Λειτουργικός
- λειτουργικός
- πηγαίνω
- τι συμβαίνει
- εργατικός
- πήδημα
- βόμβος
- εμβαπτισμένος
- ακούραστος
- πρόθεση
- μέχρι τα γόνατα
- ζωηρός
- λειτουργική
- επιχειρησιακό
- λειτουργικός
- ακμάζων
- Δεσμευμένος
- ακούραστος
- ακούραστος
- Ζωηρός
- ζωηρός
- συγκεντρώνοντας
- βυθισμένος
Nearest Words of assiduous
Definitions and Meaning of assiduous in English
assiduous (s)
marked by care and persistent effort
assiduous (a.)
Constant in application or attention; devoted; attentive; unremitting.
Performed with constant diligence or attention; unremitting; persistent; as, assiduous labor.
FAQs About the word assiduous
εργατικός
marked by care and persistent effortConstant in application or attention; devoted; attentive; unremitting., Performed with constant diligence or attention; unre
απασχολημένος,επιμελής,εργαζόμενος,αρραβωνιασμένος,ενεργός,εργατικός,επίπονος,κατειλημμένος,προβληματισμένος,επιμελής
δωρεάν,αδρανής,αδρανής,λανθάνων,παθητικός,αδρανής,Ανεργος,ακατοίκητο,κοιμισμένος,νεκρός
assiduity => (επιμέλεια), assiduities => με επιμέλεια, assiduate => επιμελής, assident => ατύχημα, assidean => ασσιδηαιοι,