Greek Meaning of ploddingly

αργά

Other Greek words related to αργά

Definitions and Meaning of ploddingly in English

Wordnet

ploddingly (r)

in a plodding manner

FAQs About the word ploddingly

αργά

in a plodding manner

προσεκτικά,εκούσια,πολύ,προσεκτικά,ήρεμος,ηθελημένα,αργά,αργά,αργός,αργά

γρήγορα,γρήγορα,γρήγορος,βιαστικά,αμέσως,αμέσως,γρήγορος,γρήγορα,γρήγορα,εύκολα

plodding => αργός, plodder => τεμπέλης, plodded => τσαπατσουλιάζω, plod => ποδοπατώ, ploceus philippinus => Μαυροκεφαλής υφαντής των Φιλιππίνων,