Greek Meaning of victimizing

θυματοποίηση

Other Greek words related to θυματοποίηση

Definitions and Meaning of victimizing in English

Webster

victimizing (p. pr. & vb. n.)

of Victimize

FAQs About the word victimizing

θυματοποίηση

of Victimize

ξύλο,απάτη,αιμορραγία,εξαπάτηση,παραπλανητικός,Απάτη,κάνει,κούρεμα,βιαστικός,ξερίζωμα

No antonyms found.

victimizer => θύτης, victimized => θύμα, victimize => εκμεταλλεύομαι, victimization => βικτιμοποίηση, victimiser => θύτης,