FAQs About the word chiselling

σμίλευση

of Chisel

εξαπάτηση,Απάτη,σκαψίματα,δέρμα,απάτη,εκβίαση,κούρεμα,υπερφόρτωση

No antonyms found.

chisel-like => σμίλοειδής, chiseller => απατεώνας, chiselled => σμιλεμένος, chiseling => σμίλευμα, chiseler => απατεώνας,