Greek Meaning of bilking
απάτη
Other Greek words related to απάτη
- ξύλο
- εξαπάτηση
- παραπλανητικός
- Απάτη
- κάνει
- κούρεμα
- βιαστικός
- ξερίζωμα
- βίδωμα
- συμπίεση
- κολλώδης
- καυτός
- απάτη
- απάτη
- προδοτικός
- αιμορραγία
- σμίλευμα
- σμίλευση
- οχλαγωγία <br>
- εκβιασμός
- φιολί
- αστείος
- αρπάγγωμα
- εκβιασμός
- διεύρυνση
- πύργος
- δέρμα
- απάτη
- εξαπάτηση
- θυματοποίηση
- δόλιος
- diddling
- κάνει μέσα
- ευκρί
- εκμετάλλευση
- εξαπατώ
- σωλήνας
- Εμποδίζοντας
- απάτη
- εκβιασμός
- δίνω λιγότερα ρέστα
- βραχυκύκλωμα
- ακαμψία
- παραπλανητικός
- αποκόμματα
- διπλή διάβαση
- εξαπάτηση
- σκαψίματα
- απάτη
- άρμεγμα
- εγκοπή
- μούλιασμα
- σπαρακτικό
- πάλη
- στύψιμο
- γκρίνια
- υπερφόρτωση
- δελεάζοντας
- Πώληση τιμολογίου αγαθών προς
- Βρόμα σκύλακα
- Παίρνω βόλτα
- Πηγαίνω στο καθαριστήριο
Nearest Words of bilking
- bill => λογαριασμός
- bill book => Βιβλίο τιμολογίων
- bill broker => Τραπεζικός μεσίτης
- bill clinton => Μπιλ Κλίντον
- bill gates => Μπιλ Γκέιτς
- bill haley => Μπιλ Χέιλι
- bill holder => κατόχος λογαριασμού
- bill mauldin => Μπιλ Μόλντιν
- bill of attainder => Νόμος απαγόρευσης πολιτικών δικαιωμάτων
- bill of entry => Τιμολόγιο κατάθεσης
Definitions and Meaning of bilking in English
bilking (p. pr. & vb. n.)
of Bilk
FAQs About the word bilking
απάτη
of Bilk
ξύλο,εξαπάτηση,παραπλανητικός,Απάτη,κάνει,κούρεμα,βιαστικός,ξερίζωμα,βίδωμα,συμπίεση
No antonyms found.
bilked => Απατεώνας, bilk => απατώ , biliverdin => Χολερυθρίνη, biliteralism => Δίγλωσση, biliteral => Δίγλωσσος,