Greek Meaning of flimflamming
εξαπατώ
Other Greek words related to εξαπατώ
- ξύλο
- αιμορραγία
- εξαπάτηση
- κάνει
- βιαστικός
- ξερίζωμα
- βίδωμα
- συμπίεση
- κολλώδης
- καυτός
- απάτη
- εκβιασμός
- προδοτικός
- απάτη
- σμίλευμα
- σμίλευση
- οχλαγωγία <br>
- αποκόμματα
- παραπλανητικός
- Απάτη
- φιολί
- κούρεμα
- αστείος
- αρπάγγωμα
- εκβιασμός
- διεύρυνση
- πύργος
- δέρμα
- απάτη
- εξαπάτηση
- θυματοποίηση
- απάτη
- δόλιος
- diddling
- κάνει μέσα
- ευκρί
- εκμετάλλευση
- σωλήνας
- Εμποδίζοντας
- Πώληση τιμολογίου αγαθών προς
- δίνω λιγότερα ρέστα
- βραχυκύκλωμα
- ακαμψία
- απάτη
- Παίρνω βόλτα
- Πηγαίνω στο καθαριστήριο
- παραπλανητικός
- εξαπάτηση
- εκβιασμός
- σκαψίματα
- απάτη
- άρμεγμα
- εγκοπή
- μούλιασμα
- σπαρακτικό
- πάλη
- στύψιμο
- γκρίνια
- υπερφόρτωση
- δελεάζοντας
- Βρόμα σκύλακα
Nearest Words of flimflamming
- flimflams => απάτες
- fling (off or away) => πετάω (μακριά)
- flinging (off or away) => Εκσφενδονίζω
- flings => Περιπέτειες
- flintlocks => πυροβόλα όπλα με πυρόλιθο
- flip (out) => (συγκρούομαι) έξω
- flip-flopped => άλλαξε γνώμη
- flipped (out) => Ξεφυσώ
- flipping (out) => αναποδογύρισμα (έξω)
- flirtatiousness => φλερτ
Definitions and Meaning of flimflamming in English
flimflamming
deceptive nonsense, deception, fraud, to subject to a flimflam
FAQs About the word flimflamming
εξαπατώ
deceptive nonsense, deception, fraud, to subject to a flimflam
ξύλο,αιμορραγία,εξαπάτηση,κάνει,βιαστικός,ξερίζωμα,βίδωμα,συμπίεση,κολλώδης,καυτός
No antonyms found.
flimflammed => Ξεγελαμένος, flights => πτήσεις, flight paths => διαδρομές πτήσεων, flight bag => Τσάντα πτήσης, flies in the ointment => αγκάθι στη σάρκα,