Greek Meaning of unembellished

αγενής

Other Greek words related to αγενής

Definitions and Meaning of unembellished in English

Wordnet

unembellished (s)

lacking embellishment or ornamentation

FAQs About the word unembellished

αγενής

lacking embellishment or ornamentation

απλός,απλός,άκοσμος,ακατέργαστος,φαλακρός,Γυμνός,Καθαρός,ειλικρινής,ήσυχος,συγκρατημένος

στολισμένος,διακοσμημένος,διακοσμημένο,υπερβολικός,φανταχτερός,εντυπωσιακός,χτυπητός,ανθηρός,φανταχτερός,φανταχτερός

unembarrassment => Ανευθύνως, unembarrassed => ανενδοίαστος, uneligible => ακατάλληλος, unelegant => άκομψος, unelasticity => ανελαστικότητα,