Greek Meaning of programming

προγραμματισμός

Other Greek words related to προγραμματισμός

Definitions and Meaning of programming in English

Wordnet

programming (n)

setting an order and time for planned events

creating a sequence of instructions to enable the computer to do something

FAQs About the word programming

προγραμματισμός

setting an order and time for planned events, creating a sequence of instructions to enable the computer to do something

υπολογίζοντας,σύναψη σύμβασης,σχεδιάζοντας,σύνταξη,Καδράρισμα,συναρπαστικό,Μανούβρες,προγραμματισμός,Σχεδιαστής,διαμόρφωση

κλήση,πτώση,κατάργηση,ανακλήσεις,ανάκληση,διαφορετικός (πάνω από),υπενθύμιση,συζητώ,αντικείμενος,αντίθετος

programmer => Προγραμματιστής, programmed cell death => Απόπτωση, programme music => Προγραμματική μουσική, programme => πρόγραμμα, programma => πρόγραμμα,