Greek Meaning of drafting
σύνταξη
Other Greek words related to σύνταξη
Nearest Words of drafting
- drafting board => σχεδιαστήριο
- drafting instrument => Σχεδιαστικό εργαλείο
- drafting table => Σχεδιαστήριο τραπέζι
- draftsman => Σχεδιαστής
- draftsmanship => Σχέδιο
- draftsperson => Τεχνικός σχεδιαστής
- drafty => ρεύμα
- drag => σύρετε
- drag a bunt => τραβήξτε ένα bunt
- drag coefficient => Συντελεστής οπισθέλκουσας
Definitions and Meaning of drafting in English
drafting (n)
writing a first version to be filled out and polished later
the craft of drawing blueprints
the creation of artistic pictures or diagrams
drafting (p. pr. & vb. n.)
of Draft
FAQs About the word drafting
σύνταξη
writing a first version to be filled out and polished later, the craft of drawing blueprints, the creation of artistic pictures or diagramsof Draft
στρατολόγηση,επιβολή,προσλήψεις,στράτευση,στρατολόγηση,καταχωρητικός,εθελοντισμός,καλώντας,εντυπωσιακός,επείγον
εκφόρτωση,αποστράτευση
drafter => σχεδιαστής, draftee => στρατιώτης, drafted => συντάχθηκε, draft horse => Βάρος αλόγου, draft evader => λιποτάκτης,