Greek Meaning of rounding (off or out)

Στρογγυλοποίηση (πάνω ή κάτω)

Other Greek words related to Στρογγυλοποίηση (πάνω ή κάτω)

Definitions and Meaning of rounding (off or out) in English

rounding (off or out)

No definition found for this word.

FAQs About the word rounding (off or out)

Στρογγυλοποίηση (πάνω ή κάτω)

κλείσιμο,τελικός,τέλος,φινίρισμα,εκκαθάριση,συσκευασία,κλείσιμο,ολοκλήρωση,τελειοποιών,στέψη

αρχή,ξεκινώντας,άνοιγμα,αρχή,εγκαινιάζοντας

roundhouses => κυκλικοί στάβλοι, roundels => Ρόντελες, roundelays => ροντέλες, rounded up => στρογγυλοποιήθηκε, rounded on => στρογγυλοποιημένο στο,