Greek Meaning of losing one's cool
Χάνω την ψυχραιμία μου
Other Greek words related to Χάνω την ψυχραιμία μου
- θυμωμένος
- εκρήγνυται
- εκτυφλωτικός
- Σκάω φλάντζα
- χάνει την ψυχραιμία του
- χάνω την ψυχραιμία μου
- εκρήγνυμαι
- φλόγισμα (προς τα πάνω)
- αναποδογύρισμα (έξω)
- θυμώνω
- χάνω την ψυχραιμία μου
- να ξεχνάει τον εαυτό του
- ξεσπάω
- παθαίνει κρίση
- χτυπάει το ταβάνι
- τα **βάζω** κάτω
- Χάνομαι τα λογικά μου
- κράκ
- γρυλίζοντας
- Εκρηκτικό
- αναβοσβήνει
- έξαλλος
- σπορά
- Ατμός
- Ξεφλογίζοντας (έξω)
- θυελλώδης
- εκκίνηση
- υβριστικός
- τραχύς
- καίγοντας
- έκρηξη
- αφρώδης
- εκρηκτικός
- φουμάρισμα
- κατσούφης
- τρελός
- παραλήρημα
- μαινόμενος
- βράζων
- σιγοψημένος
- καπνίζω
- Λαμπερό
- εξαερισμός
- θέρμανση
- φλεγμονώδης
Nearest Words of losing one's cool
- losing heart => χάνω την καρδιά μου
- losing ground => Χάνει έδαφος
- losing (to) => χάνω (από)
- loses (to) => χάνει (από)
- loses => χάνει
- lose one's lunch => Χάνω το μεσημεριανό μου
- lose one's heart (to) => ερωτεύομαι (κάποιον)
- lose one's cool => Απολέστε τον έλεγχο
- lose ground => Χάνω έδαφος
- lose (to) => χάνω (από)
Definitions and Meaning of losing one's cool in English
losing one's cool
to become angry
FAQs About the word losing one's cool
Χάνω την ψυχραιμία μου
to become angry
θυμωμένος,εκρήγνυται,εκτυφλωτικός,Σκάω φλάντζα,χάνει την ψυχραιμία του,χάνω την ψυχραιμία μου,εκρήγνυμαι,φλόγισμα (προς τα πάνω),αναποδογύρισμα (έξω),θυμώνω
ηρεμία,ψύξη (απενεργοποίηση ή ψύξη),χαλαρωτικό,Δροσίζομαι,καταπραϋντικό,ηρεμώντας,σσσ
losing heart => χάνω την καρδιά μου, losing ground => Χάνει έδαφος, losing (to) => χάνω (από), loses (to) => χάνει (από), loses => χάνει,