Greek Meaning of losing one's cool

Χάνω την ψυχραιμία μου

Other Greek words related to Χάνω την ψυχραιμία μου

Definitions and Meaning of losing one's cool in English

losing one's cool

to become angry

FAQs About the word losing one's cool

Χάνω την ψυχραιμία μου

to become angry

θυμωμένος,εκρήγνυται,εκτυφλωτικός,Σκάω φλάντζα,χάνει την ψυχραιμία του,χάνω την ψυχραιμία μου,εκρήγνυμαι,φλόγισμα (προς τα πάνω),αναποδογύρισμα (έξω),θυμώνω

ηρεμία,ψύξη (απενεργοποίηση ή ψύξη),χαλαρωτικό,Δροσίζομαι,καταπραϋντικό,ηρεμώντας,σσσ

losing heart => χάνω την καρδιά μου, losing ground => Χάνει έδαφος, losing (to) => χάνω (από), loses (to) => χάνει (από), loses => χάνει,