Greek Meaning of cooling (off or down)

ψύξη (απενεργοποίηση ή ψύξη)

Other Greek words related to ψύξη (απενεργοποίηση ή ψύξη)

Definitions and Meaning of cooling (off or down) in English

cooling (off or down)

No definition found for this word.

FAQs About the word cooling (off or down)

ψύξη (απενεργοποίηση ή ψύξη)

ηρεμία,Δροσίζομαι,καταπραϋντικό,χαλαρωτικό,ηρεμώντας

εκρήγνυται,φλόγισμα (προς τα πάνω),αναποδογύρισμα (έξω),θυμωμένος,καίγοντας,εκρηκτικός,εκτυφλωτικός,έξαλλος,παραλήρημα,μαινόμενος

cooling (down) => ψύξη, coolers => θερμός, cooled one's heels => Έκρυψε τα ίχνη του, cooled => ψύχθηκε, cool (off or down) => Δροσερό (απενεργοποιημένο ή κατεβασμένο),