FAQs About the word cooling (down)

ψύξη

ηρεμία,ξήρανση,καταπραϋντικό,Εγκατάσταση (κάτω),δέσιμο,σφίξιμο,σωπαίνει,αμφιταλαντευόμενος,σσσ,No disponible

μιλώντας,Ομιλία,μιλώντας,ψεκασμός (off),ομιλώντας,ηχηρό,μιλώντας,παρεμβαίνοντας

coolers => θερμός, cooled one's heels => Έκρυψε τα ίχνη του, cooled => ψύχθηκε, cool (off or down) => Δροσερό (απενεργοποιημένο ή κατεβασμένο), cool (down) => κρυώνω,