Greek Meaning of clamming up
σφίξιμο
Other Greek words related to σφίξιμο
Nearest Words of clamming up
Definitions and Meaning of clamming up in English
clamming up
to become silent
FAQs About the word clamming up
σφίξιμο
to become silent
δέσιμο,ψύξη,ξήρανση,διατήρηση της ειρήνης,σσσ,No disponible,καταπραϋντικό,Εγκατάσταση (κάτω),σωπαίνει,ηρεμία
μιλώντας,Ομιλία,μιλώντας,ψεκασμός (off),ομιλώντας,ηχηρό,μιλώντας,παρεμβαίνοντας
clammed up => Κλείνω το στόμα μου, clambakes => Ψήσιμο με θαλασσινά, claims => αξιώσεις, claimants => διεκδικούντες, cladded => επενδεδυμένος,