Greek Meaning of hazing

Εκφοβισμός

Other Greek words related to Εκφοβισμός

Definitions and Meaning of hazing in English

Webster

hazing (p. pr. & vb. n.)

of Haze

FAQs About the word hazing

Εκφοβισμός

of Haze

χλευαστικός,ειρωνικός,πειράγματα,ενοχλητικό,δόλωμα,ενοχλητικός,εκφοβισμός,γιουχάρισμα,ερεθιστικός,βασανίζει

φωτεινό,εκθέτω,φωτιστικός,αστραπή,αποκαλυπτικός,φωτισμός,αποκάλυψη,φωτίζοντας,αποκάλυψη

haziness => Θολότητα, hazily => θολά, hazelwort => χαμαίελιξ, hazelwood => φουντουκοφρυλλάδα, hazelnut tree => Καρυδιά,