Greek Meaning of rasping
ράσπα
Other Greek words related to ράσπα
- βαρύς
- βραχνός
- χάσκι
- Χοντρός
- κρώξιμο
- βραχνός
- σίτα
- χαλίκι
- πετρώδης
- βραχνός
- Σκουριασμένος
- τραχύς
- βραχνός
- λειαντικό
- κακόφωνος
- κρώξιμο
- πνιγμένος
- ραγισμένο
- ασύμφωνος
- δυσαρμονικός
- άλεση
- γρύλισμα
- λαρυγγικός
- δυσαρμονικός
- ενοχλητικός
- θορυβώδης
- τραχύς
- ξύσιμο
- ξύσιμο
- τσιριχτός
- τεταμένος
- στραγγαλισμένος
- στριγγός
- δυσμουσικός
- γκρινιάρης
- κραυγάζοντας
Nearest Words of rasping
Definitions and Meaning of rasping in English
rasping (n)
uttering in an irritated tone
rasping (s)
unpleasantly harsh or grating in sound
rasping (p. pr. & vb. n.)
of Rasp
FAQs About the word rasping
ράσπα
uttering in an irritated tone, unpleasantly harsh or grating in soundof Rasp
βαρύς,βραχνός,χάσκι,Χοντρός,κρώξιμο,βραχνός,σίτα,χαλίκι,πετρώδης,βραχνός
ήπιος,χρυσός,υγρό,μελωδικός,γλυκός,λείο,μαλακός,κατευναστικός,γλυκό,τρυφερό
rasper => τρίφτης, rasped => βραχνός, raspberry-red => βαθυκόκκινο, raspberry bush => Βατόμουρο, raspberry => Βατόμουρο,