Greek Meaning of mellifluent
μελωδικός
Other Greek words related to μελωδικός
Nearest Words of mellifluent
Definitions and Meaning of mellifluent in English
mellifluent (a.)
Flowing as with honey; smooth; mellifluous.
FAQs About the word mellifluent
μελωδικός
Flowing as with honey; smooth; mellifluous.
Στίχοι,λυρικός,μελωδικός,ευφωνος,μελωδικός,γλυκός,μελωδικός,μιούζικαλ,γλυκός,χρυσός
αποσυνδεδεμένο,ασύμφωνος,δυσαρμονικός,σκληρός,δυσαρμονικός,στριγγός,δυσμουσικός,σίτα,ενοχλητικός,στακάτο
mellifluence => μελιρρυτότητα, mellification => Μελισσοκομία, mellific => μελίρρυτος, melliferous => μελιφόρος, mellic => μυελικός,