FAQs About the word mellifluently

Μελωδικά

In a mellifluent manner.

Στίχοι,λυρικός,μελωδικός,ευφωνος,μελωδικός,γλυκός,μελωδικός,μιούζικαλ,γλυκός,χρυσός

αποσυνδεδεμένο,ασύμφωνος,δυσαρμονικός,σκληρός,δυσαρμονικός,στριγγός,δυσμουσικός,σίτα,ενοχλητικός,στακάτο

mellifluent => μελωδικός, mellifluence => μελιρρυτότητα, mellification => Μελισσοκομία, mellific => μελίρρυτος, melliferous => μελιφόρος,