FAQs About the word rasper

τρίφτης

One who, or that which, rasps; a scraper.

Τρίξιμο,ξύνω,Γρατσουνιά,Σύγκρουση,αλέθω,Γυάλα,κραυγή,έκρηξη,κλάγκα,θόρυβος

τραχύς (πάνω),τραχύς,Κοκκίνισμα,Γρατζουνιά

rasped => βραχνός, raspberry-red => βαθυκόκκινο, raspberry bush => Βατόμουρο, raspberry => Βατόμουρο, raspatory => ξέστρο,