Greek Meaning of fisting
μπουκάλα
Other Greek words related to μπουκάλα
- σφίγγοντας
- συμπιέζοντας
- αρπαγή
- συναρπαστικός
- κατοχή
- προστασία
- πάλη
- καμπή
- στερέωση (ενεργοποίηση)
- ασφαλίζοντας (στο ή στο)
- κατανόηση
- συναρπαστικός
- γαύγισμα
- κράτηση
- μπλεγμένος
- σαγηνευτικός
- Γλόβινγκ
- αρπάζοντας
- Λασοβόλημα
- αλληλοεμπλοκή
- σχίσιμο
- σχοινί
- Εμπλοκή
- Ελκυστικό
- απαγωγής
- σακούλιασμα
- σύλληψη
- αλίευση
- αποκτώντας
- πάλη
- τρεμάμενος
- εθιστικό
- εμπλέκοντας
- προ(σ)γείωση
- υπνάκος
- κάρφωμα
- δίχτυ
- ραπ
- κατάσχεση
- παγίδευση
- κολάρο
- αντιμετώπιση
- περίφραξη
- αγκαλιά
- Εμποδίζοντας
- εμπόδια
- αρπάζω (κάποιον)
- λαθροθηρία
- αρπαγή
- αφαίρεση (μακριά ή μακριά)
Nearest Words of fisting
Definitions and Meaning of fisting in English
fisting (p. pr. & vb. n.)
of Fist
FAQs About the word fisting
μπουκάλα
of Fist
σφίγγοντας,συμπιέζοντας,αρπαγή,συναρπαστικός,κατοχή,προστασία,πάλη,καμπή,στερέωση (ενεργοποίηση),ασφαλίζοντας (στο ή στο)
χαμένος,εκφόρτωση,απελευθερωτικό,απελευθερωτικός,χαλάρωση,Απελευθέρωση,πτώση,απελευθέρωση
fisticuffs => καυγάς, fisticuff => Πυγμαχία, fistic => γροθιά, fistful => μια χούφτα, fistfight => Καυγάς,