Greek Meaning of fisting

μπουκάλα

Other Greek words related to μπουκάλα

Definitions and Meaning of fisting in English

Webster

fisting (p. pr. & vb. n.)

of Fist

FAQs About the word fisting

μπουκάλα

of Fist

σφίγγοντας,συμπιέζοντας,αρπαγή,συναρπαστικός,κατοχή,προστασία,πάλη,καμπή,στερέωση (ενεργοποίηση),ασφαλίζοντας (στο ή στο)

χαμένος,εκφόρτωση,απελευθερωτικό,απελευθερωτικός,χαλάρωση,Απελευθέρωση,πτώση,απελευθέρωση

fisticuffs => καυγάς, fisticuff => Πυγμαχία, fistic => γροθιά, fistful => μια χούφτα, fistfight => Καυγάς,