Greek Meaning of unhanding

απελευθέρωση

Other Greek words related to απελευθέρωση

Definitions and Meaning of unhanding in English

unhanding

to remove the hand from

FAQs About the word unhanding

απελευθέρωση

to remove the hand from

πτώση,Giving = Δίνοντας,παραιτούμαι,δίνοντας,διανέμοντας,παράδοση,απόδοση,στροφή,ξεκούμπωμα,παραχώρηση

φέροντας,σφίξιμο,προσκολλούμενος (σε),συμπιέζοντας,συναρπαστικός,κατοχή,ρουλεμάν,σύλληψη,αλίευση,αρπάζοντας

unhandiness => Αδεξιότητα, unhanded => χωρίς χέρια, unhackneyed => αχρησιμοποίητος, unguardedness => απερισκεψία, unguardedly => απροστάτευτα,