Greek Meaning of immeshing
εμπλέκοντας
Other Greek words related to εμπλέκοντας
Nearest Words of immeshing
Definitions and Meaning of immeshing in English
immeshing (p. pr. & vb. n.)
of Immesh
FAQs About the word immeshing
εμπλέκοντας
of Immesh
Ελκυστικό,μπλεγμένος,σαγηνευτικός,περιλαμβάνοντας,αλληλοεμπλοκή,δίχτυ,λαθροθηρία,μπερδέματος,παγίδευση,σύλληψη
αποσπώντας,αποσύνδεσης,ξεμπέρδεμα,απελευθέρωση,απελευθερωτικό,ξεμπέρδεμα,εκκαθάριση,απελευθερωτικός
immeshed => μπλεγμένος, immersionist => εμβαπτιστικός, immersion heater => Καταδυτικό θερμαντικό σώμα, immersion foot => Πόδι εμβάπτισης, immersion => εμβάπτιση,