Greek Meaning of deducted
αφαιρείται
Other Greek words related to αφαιρείται
- αφαιρείται
- σε έκπτωση
- μειωμένη
- μειώθηκε
- συντομευμένος
- συντομευμένο
- ψαλιδισμένο
- περικομμένος
- περικομμένος
- κόβω
- μείωση
- μειώνω
- μειωμένος
- ελαττωμένος
- ελλιμενισμένο
- περιορισμένο
- συρρικνώθηκε
- καταρρίφθηκε
- Καταρρίφθηκε
- λιγότερο
- μειωμένος
- Τοίχος
- κλαδεμένο
- συντομευμένο
- σχισμένος
- Απογειώθηκε
- κομμένος
- περικομμένος
- σκαλισμένο
Nearest Words of deducted
Definitions and Meaning of deducted in English
deducted (imp. & p. p.)
of Deduct
FAQs About the word deducted
αφαιρείται
of Deduct
αφαιρείται,σε έκπτωση,μειωμένη,μειώθηκε,συντομευμένος,συντομευμένο,ψαλιδισμένο,περικομμένος,περικομμένος,κόβω
πρόσθεσε,παρακείμενος,προσαρτημένος,επισυναπτόμενος,συμπληρωμένο,σύνθετος,βελτιωμένο,αυξημένος,πολλαπλασιασμένο,ανυψωμένο
deduct => αφαιρώ, deducive => Εκπεραιωτικός, deducing => συμπεραίνοντας, deducibly => Συμπερασματικό, deducibleness => εκπεφρασμένο,