Greek Meaning of conceivability
πιθανότητα
Other Greek words related to πιθανότητα
- δυνατόν
- φαινομενικός
- υποθετικός
- εμφανής
- φανταστός
- πιθανός
- προφανής
- πιθανός
- δυνητικός
- υποτιθέμενος
- πιθανός
- φαινομενικά
- υποθετικός
- εννοούμενο
- σαφής
- εικαστικός
- επιδεικτικός
- διακριτός
- εξωτερικός
- υποθετικός
- φανερός
- Φαινομενικός
- φανερός
- εξωτερικός
- εκ πρώτης όψεως
- υποτιθέμενος
- φημισμένος
- επιφανειακός
- υποτίθεται
- υποθετικός
- θεωρητικός
- θεωρητικός
- ορατός
Nearest Words of conceivability
Definitions and Meaning of conceivability in English
conceivability (n)
the state of being conceivable
FAQs About the word conceivability
πιθανότητα
the state of being conceivable
δυνατόν,φαινομενικός,υποθετικός,εμφανής,φανταστός,πιθανός,προφανής,πιθανός,δυνητικός,υποτιθέμενος
αδύνατο (adynato),απίθανος,αδιανόητο,απίθανο,απίστευτο
conceitedness => ματαιοδοξία, conceitedly => εγωιστικά, conceited => ματαιόδοξος, conceit => εγωισμός, conceding => παραδεχόμενος,