Greek Meaning of bumming (out)

βαρετό

Other Greek words related to βαρετό

Definitions and Meaning of bumming (out) in English

bumming (out)

No definition found for this word.

FAQs About the word bumming (out)

βαρετό

καταθλιπτικός,θλιβερός,ανησυχητικό,ανησυχητικό,σχετικά,κατέβασμα,βαρύνοντας,ενοχλητικός,επιβαρυντικός,απογοητευτικό

φωτεινό,συναρπαστικός,αστραπή,αγαλλίαση,επευφημία (πάνω),κινούμενος,διαβεβαιωτικός,ελπιδοφόρος,παρηγορητικός,ενθαρρυντικός

bummers => μπελάδες, bummed (out) => απογοητευμένος, bummed (around) => απογοητευμένος (γύρω), bumboats => Σκάφη, bumbled => χουζούρευε,