Greek Meaning of shook up

ταρακουνήθηκε

Other Greek words related to ταρακουνήθηκε

Definitions and Meaning of shook up in English

FAQs About the word shook up

ταρακουνήθηκε

οργισμένος, θυμωμένος,ενοχλημένο,ανήσυχος,ανήσυχος,ταραγμένος,στεναχωρημένος,διαταραγμένος,προαίσθημα,φοβισμένος,ανατριχίλες

Ήρεμος,συλλεγέν,κουλ,εύκολος,αναίσθητος,χαλαρός,σίγουρος,ελεγχόμενος,ανέμελος,σίγουρα

shook out => τίναξε, shook down => δόνηση, shook a leg => κούνησε ένα πόδι, shoehorning => παραμάνα παπουτσιού, shoehorned => αναγκάζω κάποιον να κάνει κάτι,