Greek Meaning of plain-vanilla
βανίλια
Other Greek words related to βανίλια
- απλός
- απλός
- φαλακρός
- Γυμνός
- Καθαρός
- ειλικρινής
- ήσυχος
- συγκρατημένος
- σπαρτιατικός
- γυμνός
- άκοσμος
- Ανέγγιχτο
- αγενής
- απαράμυθος
- Αγέλαστος
- ακατέργαστος
- αντισηπτικό
- au naturel
- αυστηρός
- άχαρος
- συντηρητικός
- εκχωρήθηκε
- γήινος
- Στοιχειώδης
- ειλικρινής
- οικιακός
- διακριτικός
- μινιμαλιστής
- σεμνός
- αглуτισμένος
- φυσικός
- σοβαρός
- νηφάλιος
- σκληρός
- ήρεμος
- υποτονικός
- Διακριτικός
- ανεπιτήδευτος
- ήρεμος (κάτω)
- διακοσμημένος
- φανταχτερός
- εντυπωσιακός
- χτυπητός
- φανταχτερός
- φανταχτερός
- δυνατός
- επιδεικτικός
- επιδεικτικός
- καλοντυμένος
- σικ
- φανταχτερός
- λαμπερό
- στολισμένος
- μπαρόκ
- περίτεχνος
- διακοσμημένο
- υπερβολικός
- εξωφρενικός
- ανθηρός
- Λαμπερός
- φρικτός
- διακοσμημένο
- περίτεχνος
- υπερβολικός
- Ροκοκό
- πιτσιλίσματος
- παρατεταγμένοι
- στολισμένος
- ντυμένος
- κεντημένος
- γαρνιρισμένο
- υπερβολικός
- κομμένος
- Στολισμένος
- καλυμμένος
- Υπερβολικά διακοσμημένο
Nearest Words of plain-vanilla
Definitions and Meaning of plain-vanilla in English
FAQs About the word plain-vanilla
βανίλια
απλός,απλός,φαλακρός,Γυμνός,Καθαρός,ειλικρινής,ήσυχος,συγκρατημένος,σπαρτιατικός,γυμνός
διακοσμημένος,φανταχτερός,εντυπωσιακός,χτυπητός,φανταχτερός,φανταχτερός,δυνατός,επιδεικτικός,επιδεικτικός,καλοντυμένος
plain-vanilla => Βανίλια, plaints => παράπονα, plainspokenness => ειλικρίνεια, plains => Πεδιάδες, plain-Jane => Απλή Τζέιν,