Greek Meaning of piffled

ασήμαντος

Other Greek words related to ασήμαντος

Definitions and Meaning of piffled in English

Webster

piffled (imp. & p. p.)

of Piffle

FAQs About the word piffled

ασήμαντος

of Piffle

ξαφνιασμένος,εμπόδιο,Μεταγλωττισμένη,Χαμένη,εξασθενημένος,παραμορφωμένος,μπερδεμένος,δολοφονηθέντα,κακομαθημένος,γαμημένο

βελτιωμένος,βελτιωμένος,βελτιωμένο,βοήθησε,βελτιωμένη,διορθωμένο,εκλεπτυσμένος,μεταρρυθμισμένος,Διορθωμένο,σταθερός

piffle => σαχλαμάρες, piffero => Πίφερο, piffara => Πίφαρα, piezometer => πιεζόμετρο, piezoelectricity => πιεζοηλεκτρισμός,