Greek Meaning of piffled
ασήμαντος
Other Greek words related to ασήμαντος
- ξαφνιασμένος
- εμπόδιο
- Μεταγλωττισμένη
- Χαμένη
- εξασθενημένος
- παραμορφωμένος
- μπερδεμένος
- δολοφονηθέντα
- κακομαθημένος
- γαμημένο
- χάλια
- τα χαλάω
- κολλημένος
- μπερδεμένη
- τα έκανε μαντάρα
- Χαλασμένο
- μολυσμένος
- φυσώ
- κατεστραμμένο
- με μπότες
- μπερδεμένος
- σφαγμένος
- κατεστραμμένος
- κατεστραμμένος
- ελαττωματικό
- τσαπατσούλη
- βλάβη
- πόνος
- τραυματισμένος
- κατεστραμμένο
- χαλασμένος
- ακρωτηριασμένο
- κατεστραμμένος
- κακομαθημένος
- ακυρωμένος
- βυθισμένο
- τραυλός
- κατέστρεψε (το)
- χουζούρευε
- μπέρδεψε
- αφράτος
- χαλιά
- κακομεταχειρισμένο
- Κακοδιαχειριζόμενο
Nearest Words of piffled
- piffle => σαχλαμάρες
- piffero => Πίφερο
- piffara => Πίφαρα
- piezometer => πιεζόμετρο
- piezoelectricity => πιεζοηλεκτρισμός
- piezoelectric effect => Πιεζοηλεκτρικό φαινόμενο
- piezoelectric crystal => Πιεζοηλεκτρικός κρύσταλλος
- piezoelectric => πιεζοηλεκτρικός
- piezo effect => Πιεζοηλεκτρικό φαινόμενο
- piety => ευσέβεια
Definitions and Meaning of piffled in English
piffled (imp. & p. p.)
of Piffle
FAQs About the word piffled
ασήμαντος
of Piffle
ξαφνιασμένος,εμπόδιο,Μεταγλωττισμένη,Χαμένη,εξασθενημένος,παραμορφωμένος,μπερδεμένος,δολοφονηθέντα,κακομαθημένος,γαμημένο
βελτιωμένος,βελτιωμένος,βελτιωμένο,βοήθησε,βελτιωμένη,διορθωμένο,εκλεπτυσμένος,μεταρρυθμισμένος,Διορθωμένο,σταθερός
piffle => σαχλαμάρες, piffero => Πίφερο, piffara => Πίφαρα, piezometer => πιεζόμετρο, piezoelectricity => πιεζοηλεκτρισμός,