Greek Meaning of piezoelectric
πιεζοηλεκτρικός
Other Greek words related to πιεζοηλεκτρικός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of piezoelectric
- piezo effect => Πιεζοηλεκτρικό φαινόμενο
- piety => ευσέβεια
- pietra dura => pietra dura
- pietistical => πίετιστικός
- pietistic => ευσεβής
- pietist => ευσεβής
- pietism => Πιετισμός
- pieter zeeman => Πιέτερ Ζέεμαν
- pieter brueghel the elder => Πίτερ Μπρίγκελ ο πρεσβύτερος
- pieter brueghel => Πίτερ Μπρίγκελ ο πρεσβύτερος
Definitions and Meaning of piezoelectric in English
piezoelectric (a)
relating to or involving piezoelectricity
FAQs About the word piezoelectric
πιεζοηλεκτρικός
relating to or involving piezoelectricity
No synonyms found.
No antonyms found.
piezo effect => Πιεζοηλεκτρικό φαινόμενο, piety => ευσέβεια, pietra dura => pietra dura, pietistical => πίετιστικός, pietistic => ευσεβής,