Greek Meaning of margined
περιθωριακός
Other Greek words related to περιθωριακός
- οριοθετημένος
- οριοθετημένο
- αιχμηρός
- πλαισιωμένο
- Φραγκοί
- στεφανωμένος
- φουστα
- περικυκλωμένος
- περικύκλωση
- περιγεγραμμένο
- περιορισμένος
- ελεγχόμενος
- συγκρατημένος
- ορισμένος
- Οριοθετημένος
- οριοθετημένε
- περικυκλωμένος
- επισυνάπτεται
- περιτριγυρισμένο
- περιστοιχισμένος
- περιτριγυρισμένο από
- περικυκλωμένος
- επισυναπτόμενο
- περιορισμένος
- βρόχος
- υπογεγραμμένο
- συγκρατημένος
- περιορισμένος
- δακτυλιωτός
- στρογγυλεμένο
- Σιλουέτα
- Σχεδιασμένο
- ιχνηλατήθηκε
- κομμένος
- περιφραγμένος
Nearest Words of margined
- marginated => οι περιθωριοποιημένοι
- marginate => κενό
- marginally => περιθωριακός
- marginalize => περιθωριοποίηση
- marginalization => Περιθωριοποίηση
- marginality => περιθωριοποίηση
- marginalise => Περιθωριοποίηση
- marginalisation => Περιθωριοποίηση
- marginalia => Σημειώσεις περιθωρίου
- marginal wood fern => Dryopteris expansa
Definitions and Meaning of margined in English
margined (imp. & p. p.)
of Margin
margined (a.)
Having a margin.
Bordered with a distinct line of color.
FAQs About the word margined
περιθωριακός
of Margin, Having a margin., Bordered with a distinct line of color.
οριοθετημένος,οριοθετημένο,αιχμηρός,πλαισιωμένο,Φραγκοί,στεφανωμένος,φουστα,περικυκλωμένος,περικύκλωση,περιγεγραμμένο
No antonyms found.
marginated => οι περιθωριοποιημένοι, marginate => κενό, marginally => περιθωριακός, marginalize => περιθωριοποίηση, marginalization => Περιθωριοποίηση,