Greek Meaning of circled
περικύκλωση
Other Greek words related to περικύκλωση
- περικυκλωμένος
- περικυκλωμένος
- αγκαλιάστηκε
- επισυνάπτεται
- περιελάμβανε
- περιστοιχισμένος
- επισυναπτόμενο
- δακτυλιωτός
- στεφανωμένος
- περικυκλωμένος
- πολιορκημένος
- περιγεγραμμένο
- Κλειστό
- περιτριγυρισμένο
- Περικυκλωμένος (εκτός)
- εδραιωμένος
- περιτριγυρισμένο
- περιφραγμένο
- περιζωσμένος
- περίμετρος
- εγκλωβισμένος (στην)
- σμήνευαν
- περιφραγμένος
Nearest Words of circled
Definitions and Meaning of circled in English
circled (imp. & p. p.)
of Circle
circled (a.)
Having the form of a circle; round.
FAQs About the word circled
περικύκλωση
of Circle, Having the form of a circle; round.
περικυκλωμένος,περικυκλωμένος,αγκαλιάστηκε,επισυνάπτεται,περιελάμβανε,περιστοιχισμένος,επισυναπτόμενο,δακτυλιωτός,στεφανωμένος,περικυκλωμένος
No antonyms found.
circle round => σε κύκλο, circle of willis => κύκλος του Willis, circle of curvature => Κύκλος καμπυλότητας, circle around => γυρνάω γύρω, circle => κύκλος,